top of page
  • Writer's picture...

ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠΟ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΗΡΕΜΙΣΤΙΚΩΝ, XANAX, LEXOTANIL κλπ...


ΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΗΡΕΜΙΣΤΙΚΑ


Διαζεπάμη - Valium, Stedon


Χλωροδιαζεποξίδη - Librium


Νιτροζεπάμη - Mogadon


Χλωροζεπάμη - Tranxene


Λοραζεπάμη - Tavor


Βρωμαζεπόμη - Lexotanil


Κλονοζεπάμη - Rivotril


Φλουνιτραζεπάμη - Hipnosedon


Κλοβαζάμη - Frisium


Πραζεπάμη - Centrac


Τριαξολάμη - Halcion


Λαρμεταζεπάμη - Loramet


Οξοζεπάμη - Adumbran


Μενταζεπάμη - Nobrium


Αλπραζολάμη - Xanax

Την τελευταία εικοσαετία, λόγω γενικότερων αλλαγών στις αξίες και τα πρότυπα ζωής των Ελλήνων, λόγω προσωπικών, ενδοοικογενειακών και κοινωνικών συγκρούσεων και αντιφάσεων, όλο και περισσότεροι συνάνθρωποί μας αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα. Οι ψυχίατροι αλλά και οι γενικοί γιατροί, παθολόγοι, καρδιολόγοι, δερματολόγοι, αντιμετωπίζουν καταστάσεις είτε αμιγώς ψυχολογικές, είτε συνοδευόμενες από ποικίλες ψυχοσωματικές εκδηλώσεις σε διάφορα όργανα, είτε οργανικές ασθένειες όπου όμως ο ψυχογενής παράγοντας έχει πράξει σημαντικό ρόλο. Και συχνότατα συνιστούν τη χρήση ενός αγχολυτικού ή υπνωτικού ψυχοφαρμάκου.

Το 1960 οι Βενζοδιαζεπίνες άρχισαν ν’ αντικαθιστούν τα βαρβιτουρικά, τα οποία είχαν υψηλή τοξικότητα και προκαλούσαν σωματική εξάρτηση. Οι κυριότερες δράσεις των βενζοδιαζεπινών είναι οι εξής:

1) Αγχολυτική, 2) Αντισπασμωδική, 3) Μυοχαλαρωτική, 4) Κατασταλτική: Προκαλούν πρώτη της εγρήγορσης και της προσοχής και διευκόλυνση του ύπνου, 5) Στη συμπεριφορά έχει βρεθεί ότι καταστέλλουν τα αμυντικά και όχι τα επιθετικά στοιχεία αυτής, όπως παλιότερα πιστευόταν. Προκαλούν την παράδοξη ενέργεια ειδικά στην έναρξη της θεραπείας ν’ αυξάνουν την επιθετικότητα και την ευερεθιστότητα σε μερικά άτομα. Αυτή η ενέργεια εξηγείται με το ότι οι βενζοδιαζεπίνες επιφέρουν μία άρση των συμπεριφορικών αναστολών.


ΨΥΧΙΚΕΣ, ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ:

Αρκετοί καταναλωτές βενζοδιαζεπίνων παρουσιάζουν απώλεια της πρόσφατης μνήμης. Στη μακροχρόνια χορήγησή τους, μαζί με την εξάλειψη του άγχους, αναφέρεται συχνά επιθετικότητα με στοιχεία παράνοιας και εμμονής. Επίσης παρατηρούνται συχνά καταθλιπτικά συμπτώματα, με τάσεις αυτοκτονίας. Οι ανωτέρω ενέργειες υπάρχουν σε διαφορετικό βαθμό σε καθεμία βενζοδιαζεπίνη. Οι βενζοδιαζεπίνες διακρίνονται σε βραχείας, μεσαίας και με μακράς διάρκειας δράση. Άλλες παρενέργειές τους, στα διάφορα όργανα του σώματος είναι οι εξής: Από το αίμα αποκκιοκυτταραιμία και αιμολυτική αναιμία. Στους πνεύμονες βρογχόσπασμος. Στην καρδιά ταχυκαρδία. Ζάλη, ίλιγγος, κεφαλαλγία, ναυτία, λήθαργος, πυρετός, παχυσαρκία, ξηροστομία. Προκαλούν επίσης αταξία, αστάθεια στο βάδισμα, μυϊκή αδυναμία, μείωση αντανακλαστικών, διαταραχές προσαρμογής, νευρικότητα, υπνηλία. Στο δέρμα εξάνθημα ή πορφύρα. Επίσης προκαλούν εμετούς, δυσκοιλιότητα, κατακράτηση ούρων, οίδημα, ίκτερο και υπόταση.


ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΣΤΕΡΗΣΗΣ:

Σήμερα είναι πια κοινώς παραδεκτό ότι οι βενζοδιαζεπίνες, ακόμη και στις συνηθισμένες θεραπευτικές δόσεις, μπορούν να οδηγήσουν σε κατάσταση εξάρτησης, που εκδηλώνεται αμέσως μετά τη διακοπή του φαρμάκου με το σύνδρομο στέρησης. Μερικοί άνθρωποι παρουσιάζουν βαριά συμπτώματα, όπως επιληψία, σύγχυση και ψύχωση. Όμως στις περισσότερες περιπτώσεις το σύνδρομο στέρησης εκδηλώνεται με άγχος, αίσθημα πανικού, τρόμο, δεσμιδικές μυϊκές συσπάσεις, αϋπνία, κατάθλιψη, αντιληπτικές διαταραχές (ιδίως υπεραισθησία στα ακουστικά και οπτικά ερεθίσματα), διαταραχές της προσωπικότητας, γαστρεντερικά και άλλα σωματικά συμπτώματα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα συμπτώματα στέρησης μπορούν να εμφανισθούν, ακόμα και όταν οι βενζοδιαζεπίνες λαμβάνονται σε θεραπευτικές δόσεις και για μικρά χρονικά διαστήματα 4-6 εβδομάδων. Τα συμπτώματα εμφανίζονται αμέσως μετά τη διακοπή της βενζοδιαζεπίνης όταν αυτή είναι βραχείας δράσης ή έπειτα από μερικές ημέρες, όταν πρόκειται για βενζοδιαζεπίνη μακράς δράσης. Τα συμπτώματα στέρησης μπορεί να διαρκέσουν επί εβδομάδες ή και μήνες.


ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΑΣΦΑΛΗ ΧΡΗΣΗ:

Η Επιτροπή για την ασφαλή χρήση των φαρμάκων της Μ. Βρετανίας συνιστά τις βενζοδιαζεπίνες α) μόνον σε περιπτώσεις έντονου άγχους και για διάρκεια 2-4 εβδομάδων και β) μόνον σε περιπτώσεις σοβαρής αϋπνίας. Ως προς τη δοσολογία συνιστώνται τα εξής: 1) Να χορηγείται η μικρότερη δυνατή δόση και όχι παραπάνω από τέσσερις εβδομάδες, 2) Δεν συνιστάται η χρόνια χρήση. 3) Η διακοπή της θεραπείας πρέπει να γίνεται με βαθμιαία μείωση της δοσολογίας των φαρμάκων. 4) Όταν οι βενζοδιαζεπίνες χρησιμοποιούνται ως υπνωτικό, πρέπει να δίνονται, εφόσον αυτό είναι δυνατόν, όχι συνέχεια αλλά διακεκομμένο.


Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ:

Στη δεκαετία 1960-70 ρίχτηκαν στην αγορά από την εταιρεία «LA ROCHE» το Λίμπριουμ, το Βάλιουμ, το Μογκαντάν και το Ναλμάν. Γύρω στο 1970 το 15% του αμερικανικού πληθυσμού έκανε χρήση Βάλιουμ. Το 1976-77 στις ΗΠΑ 54.000 άτομα είχαν ανάγκη επείγουσας θεραπείας λόγω κατάχρησης βάλιουμ και στο ίδιο χρονικό διάστημα 900 θάνατοι είχαν την αιτία τους στο ίδιο φάρμακο. Στις ΗΠΑ τα ψυχοφάρμακα φθάνουν το 31% των πωλήσεων στην αγορά φαρμάκων. Στις ΗΠΑ από το 1962 ως το 1973 είχαμε 290% αύξηση στην κατανάλωση ηρεμιστικών. Στην Ελλάδα το 1976 είχαμε κατανάλωση 4.961.000 συσκευασιών ηρεμιστικών υπνωτικών φαρμάκων (της κατηγορίας των βενζινοδιαζεπινών) και το 1986 9.471.000 συσκευασιών. Το 1986 είχαμε κατανάλωση 1.355.000 συσκευασιών με βαρβιτουρικά. Το 20% των συνταγών που γράφονται ετησίως στην Ελλάδα, περιέχουν ψυχοφάρμακα με μεγαλύτερη συχνότητα αναγραφής τους από τους παθολόγους (48,2%).


ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΕΦΗΒΟΥΣ:

Πρέπει να σημειωθεί ότι πολλοί νέοι στην κρίσιμη περίοδο της εφηβείας, μη έχοντας επαρκή στήριξη και καθοδήγηση από τους γονείς, καταφεύγουν σε χρήση αγχολυτικών ή υπνωτικών χαπιών. Ένα σημαντικό ποσοστό απ’ αυτούς τα προμηθεύονται από την οικία τους, διότι οι γονείς τους κάνουν κατάχρηση ηρεμιστικών, είτε λόγω άγνοιας, είτε λόγω κακών και ελλιπών ιατρικών συμβουλών.

Εν συνεχεία αρκετοί απ’ αυτούς τους νέους λαμβάνουν από τους υπόλοιπους νέους την προσωνυμία «χαπάκιας», περιθωριοποιούνται κοινωνικά και καταφεύγουν σε μικροπαραβάσεις. Η τελική κατάληξη για κάποιους απ’ αυτούς τους νέους είναι να γίνουν χρήστες παράνομων εξαρτησιογόνων ουσιών, όπως η ηρωίνη.


ΑΙΤΙΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ:

Παράγοντες που συντελούν στη μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης αγχολυτικών είναι οι εξής:

α) Η πλειονότητα των γιατρών πληροφορείται τις ενέργειες, τις ανεπιθύμητες δράσεις και τις αντενδείξεις των φαρμάκων από τα «κακής ποιότητας» διαφημιστικά φυλλάδια των εταιρειών και τους ιστορικούς επισκέπτες.

β) Υπάρχει φοβερή πίεση των εταιρειών προς τους γιατρούς (με θεμιτά αλλά και πονηρά μέσα) για μεγαλύτερη κατανάλωση.

γ) Όταν οι ιατροί συνταγογραφούν αγχολυτικά ή υπνωτικά, το χορηγούν κατ’ εξακολούθηση και δεν φροντίζουν για τη σταδιακή διακοπή τους. Επίσης δεν πληροφορούν τον πάσχοντα ότι η μέγιστη διάρκεια θεραπείας με αγχολυτικά είναι τέσσερις εβδομάδας.

δ) Η έλλειψη γενικής παιδείας του πληθυσμού και η αποσιώπηση δυσάρεστων συνεπειών από φάρμακα.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Χρειάζεται καλύτερη πληροφόρηση από την επίσημη Πολιτεία, τα ΜΜΕ και γιατρούς, όσον αφορά τις επικίνδυνες παρενέργειες των ηρεμιστικών φαρμάκων.

Του Ιωάννου Τσουμάκου Ψυχιάτρου, Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» 30/4/1996

3,322 views0 comments
bottom of page